πρωτοχτυπώ

πρωτοχτυπώ
και πρωτοχτυπάω, Ν
χτυπώ για πρώτη φορά ή χτυπώ πρώτος («όντας σού πρωτοχτύπησε, ας είχες της ανοίξει», δημ. τραγούδι).

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Нужно сделать НИР?

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”